Στο Διαδίκτυο αναπαράγεται η πληροφορία ότι ο Βαρβάκης πρόσφερε 3.500.000 ρούβλια σε Ρώσους και 1.500.000 σε Έλληνες. Από τα στοιχεία όμως για τα ποσά και τον προορισμό των χορηγιών του που αναφέρει η βιβλιογραφία προκύπτει ότι ο Βαρβάκης πρόσφερε σε Ρώσους 2.744.700 ρούβλια και σε Έλληνες 4.257.900 ρούβλια! Εκτός από αυτά τα 7.002.600 ρούβλια που είναι το συνολικό ποσό των δωρεών του, ο Βαρβάκης άφησε και στην κόρη του ακίνητη περιουσία, η εκτιμώμενη αξία της οποίας ήταν 1.500.000 ρούβλια. Και το σημαντικότερο είναι ότι ο Βαρβάκης δεν περίμενε να πλησιάσει στην τελική αναχώρηση για να προσφέρει με διαθήκη τις δωρεές του, αλλά από το 1788 μέχρι δύο μέρες πριν πεθάνει, συνεχώς εύρισκε τρόπο να βοηθάει τους συνανθρώπους του. Οι δωρεές του (σε Ρώσους κι Έλληνες) ήταν πολύ μεγάλες και σημαντικές κι αναγνωρίστηκε, κι από τους δύο, η προσφορά του από νωρίς, όσο ήταν ακόμη εν ζωή. Το 1813 ο Τσάρος Αλέξανδρος Α’ τον παρασημοφόρησε με χρυσό μετάλλιο και τον ανακήρυξε «Μαικήνα της Ρωσίας» (Μαικήνας = κάποιος πολύ πλούσιος ευεργέτης των τεχνών, γενικά ευεργέτης) «για την αδιάσπαστη αφοσίωση και αγάπη προς τον Τσάρο και την Πατρίδα, που εκδηλώθηκε με ιδιαίτερα πλούσιες δωρεές, εις αιώνια ευγνωμοσύνη». Το 1824, στο Ναύπλιο, η Βουλή τον ανακήρυξε παμψηφεί «Μέγαν Ευεργέτην του Έθνους ... εν μέσω επευφημιών και χειροκροτημάτων», για τις προσφορές του προς το «δυστυχές ρωμαϊκό γένος». Η σημαντικότερη όμως προσφορά του Βαρβάκη δεν ήταν τα χρήματα που σκορπούσε αφειδώς. Η μεγαλύτερη προσφορά του προς ολόκληρη την ανθρωπότητα ήταν ... αυτό που ήταν! Ο τρόπος ζωής του, ο ρυθμός, το στυλ, το φιλότιμό του. Και ο τρόπος του Βαρβάκη δεν ήταν η εξαίρεση του κανόνα, ήταν ο κανόνος, ήταν η κοινή παράδοση της οικουμενικής ελληνικής αστικής τάξης των αρχών του 19ου αιώνα. Ο Ελληνισμός, από την αρχαιότητα μέχρι πριν δύο αιώνες είχε δημιουργήσει και παρέδιδε από γενιά σε γενιά τον τρόπο που ξέρει και μπορεί να μετατρέπει τις πέτρες σε φως, το φίδι από πίθηκο σε αετό, τον μίζερο εγωκεντρικό εαυτούλη, σε πλούσιο ευεργέτη της ανθρωπότητας, του κόσμου όλου. Ήξερε και μπορούσε να καλλιεργεί το ΦΙΛΟΤΙΜΟ, τη δημιουργικότητα, την καινοτομία, το παιδί που ξέρει και μπορεί μέχρι τα βαθειά του γεράματα, να συντηρεί την έμπνευση, τη ζωντάνια, την αγάπη για τη ζωή, το πνεύμα, τη ροή. Ο Ελληνισμός ήξερε να δημιουργεί άρχοντες που έμπαιναν στο στίβο της ζωής, συχνά ξεκινώντας από το μηδέν ή και υπό το μηδέν -από άποψη οικονομική- έπαιζαν, κέρδιζαν, γίνονταν πάμπλουτοι και μετά ... συνέχιζαν να παίζουν, «αεί Παίδες», παιδιά, φορείς μιας παιδικότητας με κόπους και υδρώτες ξανακερδισμένης, άρχοντες, με την αρχοντική αγάπη προς τον πλησίον, προς τον τυχαίο συνάνθρωπο, τον όποιο διπλανό ... συνέχιζαν να παίζουν και να εμπαίζουνε τον Μαμωνά, τη λατρεία του πλούτου και της ευμάρειας, σκορπώντας αφειδώς τους κόπους, τους καρπούς του υδρώτα τους, για το καλό του διπλανού, του πατριώτη, του κόσμου όλου. Αυτό δεν ήταν αποτέλεσμα μιας ιδεαλιστικής ηθικολογίας που προκρίνει το καθήκον έναντι της ατομικής ευδαιμονίας αλλά καρπός του ΦΙΛΟΤΙΜΟΥ, φυσιολογικό υποπροϊόν της αυξημένης ενσυναίσθησης προς τον διπλανό, του βιώματος της πανανθρώπινης ενότητας που φτάνει να νιώθει τον κάθε τυχαίο διπλανό κομμάτι του εαυτού. Τότε η προσφορά δεν είναι προσφορά αλλά ανάγκη. Η προσφορά τροφής και θαλπωρής στο σώμα μου δεν είναι προσφορά, αλλά φυσική ανάγκη, υπαγορεύεται από το ένστικτο της αυτοσυντήρισης, δεν έχει ως αιτία την τήρηση ηθικών κανόνων και επιταγών, αλλά είναι αυθόρμητη, αντανακλαστική κίνηση του εαυτού.Και σήμερα πολλοί πλούσιοι προσφέρουν, γίνονται σπόνσορες, αλλά είναι εντελώς διαφορετικό το πλαίσιο που δημιουργεί τον σπόνσορα. Στην περίπτωση του σπόνσορα είναι εμφανής και αναγνωρίσιμος και συχνά απωθητικός ο αυτονόητα συνακόλουθος εγωισμός. Συχνά χωρίς προσχήματα, απροκάλυπτα το κίνητρο είναι η ατομική προβολή του σπόνσορα. Στην περίπτωση όμως που κίνητρο είναι το ΦΙΛΟΤΙΜΟ του δωρητή ο εαυτός του σχεδόν εξαφανίζεται σε βαθμό που ο Βαρβάκης, για παράδειγμα, παρόλη τη ψυχρολουσία που δέχτηκε στο Ναύπλιο, λίγο αργότερα, δύο μέρες πριν πεθάνει, φρόντισε να εξασφαλίσει ότι τα χρήματα που ήθελε να προσφέρει θα φτάσουν στα χέρια αυτών που τόσο τον είχαν στενοχωρήσει, τόσο τον είχαν πικράνει, με τις άστοχες, σχεδόν προδοτικές επιλογές τους. Όταν η προσφορά γίνεται από ΦΙΛΟΤΙΜΟ δεν περιμένει κάποια ανταπόδοση, κάποια πληρωμή γιατί η πληρωμή εμπεριέχεται στην ίδια τη δράση, σε αυτή την περίπτωση ανατροφοδοτείται κανείς από την ίδια τη δραστηριότητα. Όταν ένα παιδί παίζει π.χ. ποδόσφαιρο, κουράζεται, ιδρώνει αλλά χαίρεται από το ίδιο το παιχνίδι, από την ίδια την διαδικασία του παιχνιδιού, είναι δοσμένο και αφοσιωμένο στο παιχνίδι και ανατροφοδοτείται από την ίδια την δραστηριότητα, από την ενασχόληση με το παιχνίδι. Παίζει κι ο χρόνος σταματάει κι ενώ μπορεί σωματικά να κουράζεται ή και να τραυματίζεται και να πονά νιώθει «γεμάτες τις μπαταρίες του». Ο Βαρβάκης, ζωντανό μέλος εκείνου του Ελληνισμού αξίζει να τον τιμάμε και να τον θυμώμαστε, όχι γιατί αυτός έχει ανάγκη τώρα πια την τιμή μας αλλά επειδή εμείς τον χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε το ζωντανό του παράδειγμα για να θυμώμαστε, για να μαθαίνουμε, ότι αυτό που γεμίζει τον άνθρωπο, αυτό που τον κάμνει να νοιώθει ότι ζει μια ζωή γεμάτη νόημα είναι το ΦΙΛΟΤΙΜΟ, η χαρά της προσφοράς, η απόλαυση, η πληρότητα, της έμπνευσης, της δημιουργικότητας, της ΡΟΗΣ, η αγάπη. Οι δωρεές του Βαρβάκη ομαδοποιημένες κατά κατηγορία:
Συνοπτικός πίνακας, σε χρονολογική σειρά, των καταγεγραμμένων δωρεών
του Ιωάννη Βαρβάκη:
Αναλυτικά οι πληροφορίες που γνωρίζουμε για τις καταγεγραμμένες δωρεές του
Ιωάννη Βαρβάκη:
| ||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
Δωρεές Ιωάννη Βαρβάκη
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου